H διαλειμματική νηστεία αποτελεί ένα μοντέλο διατροφής, όπου τα γεύματα καταναλώνονται μέσα σε ένα συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο. Τα κυριότερα σχήματα διαλειμματικής νηστείας είναι τα ακόλουθα:
• Εναλλασσόμενη νηστεία: για μία ημέρα πραγματοποιείται κανονική πρόσληψη γευμάτων και θερμίδων, ενώ την επόμενη ημέρα η πρόσληψη θερμίδων είναι μηδαμινή ή πολύ χαμηλή (για παράδειγμα έως και 500 θερμίδες).
• Νηστεία 5-2: Για πέντε ημέρες της εβδομάδας η κατανάλωση γευμάτων και η πρόσληψη θερμίδων γίνεται κανονικά και για δύο μη συνεχόμενες ημέρες της εβδομάδας, η πρόσληψη θερμίδων είναι πολύ χαμηλή (για παράδειγμα έως και 500 θερμίδες).
• Νηστεία 16-8: Η κατανάλωση γευμάτων και η πρόσληψη θερμίδων πραγματοποιείται αυστηρά σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα 8 ωρών μέσα στην ημέρα.
Η διαλειμματική νηστεία βασίζεται στη θεωρία ότι μετά από ένα χρονικό διάστημα χωρίς φαγητό, το σώμα εξαντλεί τα αποθέματα γλυκόζης και αρχίζει να καίει τα αποθέματα λίπους για την παραγωγή ενέργειας. Η μείωση του σωματικού βάρους που παρατηρείται είναι αναμενόμενη, καθώς ουσιαστικά μειώνονται οι προσλαμβανόμενες θερμίδες.
Κάποιες μελέτες αναφέρουν, ότι η διαλειμματική νηστεία είναι εξίσου αποτελεσματική με μία υποθερμιδική δίαιτα στη μείωση του σωματικού βάρους.Μάλιστα, αν συνδυαστεί με σωματική δραστηριότητα τα αποτελέσματα μπορεί να είναι ακόμη πιο ικανοποιητικά.
Όταν ένα άτομο ξεκινά τη διαλειμματική νηστεία μπορεί να παρατηρήσει κάποιες δυσάρεστες παρενέργειες. Για παράδειγμα, έντονο αίσθημα πείνας, κόπωσης, αυπνία, ναυτία, πονοκέφαλο κ.α. Ωστόσο, τα συμπτώματα αυτά συνήθως υποχωρούν μετά από κάποιο διάστημα.
Το συγκεκριμένο μοτίβο διατροφής δεν θα πρέπει να επιλέγεται από άτομα με προβλήματα υγείας (πχ γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση, πρόβλημα στα νεφρά, διαβήτη κ.α.), χωρίς την ενημέρωση του θεράποντα ιατρό. Ακόμα, δεν θα πρέπει να επιλέγεται από γυναίκες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού.
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα μέχρι στιγμής στοιχεία, η διαλειμματική νηστεία φαίνεται να μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης κάποιων ασθενειών και μάλιστα όχι μόνο αυτών που σχετίζονται με την παχυσαρκία. Βέβαια, σε κάποιες περιπτώσεις τα αποτελέσματα είναι βραχυπρόθεσμα (περίπου 6 μήνες), είτε επειδή το σώμα έχει την ικανότητα να προσαρμόζεται μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, είτε επειδή τα άτομα δεν μπορούν να υιοθετήσουν το συγκεκριμένο μοτίβο διατροφής για πολύ καιρό.
Ωστόσο, για όσο χρονικό διάστημα ακολουθεί ένα άτομο τη διαλειμματική νηστεία, θα πρέπει να κάνει και τις κατάλληλες επιλογές στα γεύματα του, για να είναι η διατροφή του ισορροπημένη και να καλύπτεται σε θρεπτικά συστατικά. Και σε αυτή την περίπτωση λοιπόν, είναι σημαντικό η διατροφή να περιλαμβάνει φρούτα, λαχανικά, δημητριακά ολικής αλέσεως, γαλακτοκομικά με χαμηλά λιπαρά και άπαχη πρωτεΐνη.
Εάν αυτό δεν είναι δυνατό, ένας διαιτολόγος μπορεί να σχεδιάσει ένα ισορροπημένο πρόγραμμα γευμάτων που να προσαρμόζεται στο μοτίβο της διαλειμματικής νηστείας. Τέλος, το άτομο πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικό, όταν αποφασίσει να σταματήσει τη διαλειμματική νηστεία, ώστε να μην επαναπροσλάβει το απολεσθέν βάρος.
Μαρούδα Κωνσταντίνα
Διαιτολόγος – Διατροφολόγος MSc