Ένα συνηθισμένο φαινόμενο που εμφανίζεται σε ασκούμενους αλλά και κυρίως σε αγύμναστα άτομα τα οποία μετά από χρόνια καθιστική ζωή αρχίζουν να γυμνάζονται απότομα με μεγάλες επιβαρύνσεις και ιδιαίτερα με έκκεντρη άσκηση είναι ο μυϊκός πόνος μετά το τέλος της αθλητικής δραστηριότητας. Αυτός ο πόνος εμφανίζεται ώρες η μέρες μετά την έντονη άσκηση και χαρακτηρίζεται από μυϊκή αδυναμία, πιάσιμο των μυών, δυσκαμψία και γενικά επώδυνα ερεθίσματα που συνοδεύουν τη μυϊκή συστολή. Ο μυϊκός αυτός πόνος μπορεί να είναι είτε προσωρινός και να διαρκέσει κάποια λεπτά ή ώρες μετά την άσκηση ή μπορεί να είναι καθυστερημένος κ να διαρκέσει μέχρι και μια εβδομάδα.
ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΣ ΜΥΙΚΟΣ ΠΟΝΟΣ
Ο προσωρινός μυϊκός πόνος εμφανίζεται ύστερα από εξαντλητική προπόνηση, διαρκεί περίπου έως 2 ώρες μετά την άσκηση και έχει ως αποτέλεσμα την μείωση της μέγιστης δύναμης. Ο πόνος αυτός δεν είναι ιδιαίτερα οδυνηρός και αυξάνεται με την άσκηση ενώ ηρεμεί με τη διακοπή της. Γενεσιουργός του αιτία είναι η συσσώρευση προϊόντων του μεταβολισμού στους μυς και κυρίως ιόντων H, που σχετίζονται με την παραγωγή του γαλακτικού οξέος. Επίσης ακόμα ένας παράγοντας που φαίνεται να συμβάλει στην εμφάνιση του προσωρινού πόνου είναι η μεταφορά ιόντων καλίου στο εξωκυττάριο περιβάλλον , που προκαλούν οίδημα και ερεθίζουν τις αισθητικές νευρικές απολήξεις.
ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΜΕΝΟΣ ΜΥΙΚΟΣ ΠΟΝΟΣ
Ο καθυστερημένος μυϊκός πόνος παρατηρείται κυρίως μετά από πλειομετρική δράση των μυών και εμφανίζεται συνήθως 24 ώρες μετά την άσκηση και κορυφώνεται μεταξύ 24 έως 72 ωρών από το τέλος της. Χαρακτηριστικά αυτού του συνδρόμου είναι πιάσιμο των μυών, άλγος, μειωμένο εύρος κίνησης, πτώση της μυϊκής απόδοσης, αυξημένα επίπεδα μυϊκών ενζύμων στο αίμα, κυρίως κρεατινική κινάση(CPK) (αποτελεί δείκτη βλάβης των σκελετικών μυών).
Κατά την πλειομετρική δράση των μυών είναι πιο εύκολος ο τραυματισμός των μυοινιδίων συγκριτικά με τη μειομετρική δράση και αυτό εξηγείται για δύο λόγους. Ο πρώτος λόγος είναι ότι από ηλεκτρομυογραφικές έρευνες που έγιναν προκύπτει ότι για την παραγωγή δύναμης κατά την πλειομετρική δράση επιστρατεύονται λιγότερες μυϊκές ίνες από ότι κατά τη μειομετρική δράση. Άρα η επιβάρυνση κατά την πλειομετρική άσκηση είναι μεγαλύτερη συγκριτικά με την μειομετρική καθώς η παραγωγή δύναμης κατανέμεται σε λιγότερες ίνες, με αποτέλεσμα να είναι πιο ευάλωτες σε βλάβη. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι ύστερα από μυϊκές βιοψίες προκύπτει ότι κατά την πλειομετρική άσκηση επιστρατεύονται περισσότερο οι ίνες ταχείας συστολής. Οι ίνες αυτές έχουν μεγαλύτερη προδιάθεση σε βλάβη επειδή οι Ζ ζώνες τους, που είναι ο αδύνατος κρίκος μεταβίβασης της δύναμης είναι πιο λεπτές και αδύνατες συγκριτικά με τις ίνες βραδείας συστολής. Έτσι για αυτούς τους λόγους εξηγείται γιατί ο καθυστερημένος μυϊκός πόνος εμφανίζεται κυρίως μετά από πλειομετρική δράση των μυών. Αν και ο καθυστερημένος μυϊκός πόνος είναι ένας τραυματισμός που συνήθως ξεπερνιέται μόνος του, θέλει προσοχή στην αντιμετώπιση του καθώς υπάρχει κίνδυνος να οδηγήσει σε μεγαλύτερη βλάβη.
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΜΕΝΟΥ ΜΥΙΚΟΥ ΠΟΝΟΥ
Οι αθλητές ανταγωνιστικού επιπέδου και τα αγύμναστα άτομα είναι οι δύο κύριες πληθυσμιακές ομάδες οι οποίες βρίσκονται σε υψηλό κίνδυνο εμφάνισης καθυστερημένου μυϊκού πόνου. Οι αθλητές υψηλού επιπέδου είναι πιο επιρρεπείς σε ένα τέτοιο τραυματισμό όταν επιστρέφουν στην ενεργό δράση ύστερα από ένα τραυματισμό ή κατά την έναρξη μιας νέας αθλητικής περιόδου. Επίσης και οι αλλαγές του προπονητικού τους προγράμματος μπορεί να οδηγήσει σε αυτό τον μυϊκό τραυματισμό. Οι μη αθλητές είναι πιο επιρρεπείς στον ασκησιογόνο μυϊκό τραυματισμό κατά την έναρξη ενός προγράμματος άθλησης, ιδιαίτερα όταν αυτό περιλαμβάνει ασκήσει έκκεντρης μυϊκής σύσπασης.
Τα συμπτώματα που συνδέονται με το σύνδρομο του καθυστερημένου μυϊκού πόνου είναι :
- Απώλεια δύναμης
- Αμβλύ και διάχυτο πόνο
- Ευαισθησία μυών
- Δυσκαμψία
- Οίδημα
Η απώλεια δύναμης κορυφώνεται συνήθως μέσα στις πρώτες 48 ώρες μετά από την άσκηση και η πλήρης αποκατάσταση διαρκεί έως 5 ημέρες. Ο πόνος και η ευαισθησία κορυφώνονται μέσα σε 1 έως 3 ημέρες μετά από την άσκηση και υποχωρούν συνήθως μέσα σε 7. Ο πόνος έχει αναφερθεί ότι αρχικά είναι εμφανέστερος στη μυοτενόντια σύνδεση και στη συνέχεια διαδίδεται σε όλο το μυ. Η δυσκαμψία και το οίδημα επιδεινώνονται 3 με 4 ημέρες μετά από την άσκηση και υποχωρούν συνήθως μέσα σε 10 μέρες. Επίσης αξίζει ν αναφερθεί ότι αυτά τα συμπτώματα αυτά δεν εξαρτώνται το ένα από το άλλο και δεν παρουσιάζονται πάντα συγχρόνως.
Ο καθυστερημένος μυϊκός πόνος εκτός από την αρνητική επίδραση του στη μυϊκή απόδοση που μόλις αναφέρθηκε φαίνεται να συμβάλει θετικά στη διαδικασία προσαρμογής των μυών οδηγώντας σε μυϊκή υπερτροφία καθώς ο πόνος και η δυσκαμψία που ακολουθούν μια περίοδο άσκησης μειώνεται αισθητά όταν η άσκηση επαναληφθεί μετά από μια βδομάδα. Αυτό είναι αποτέλεσμα της προσαρμογής των μυών. Ο πιο πιθανός μηχανισμός που το προκαλεί αυτό είναι η αύξηση του αριθμού των σαρκομερίων στις μυϊκές ίνες και αυτό με τη σειρά του οδηγεί σε αύξηση του μήκους του μυός κατά την ενεργή συστολή.
ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΜΕΝΟΥ ΜΥΙΚΟΥ ΠΟΝΟΥ
Για την πρόληψη και τη θεραπεία αυτού του φαινομένου έχουν πραγματοποιηθεί πολλές παρεμβάσεις, χωρίς ωστόσο να έχει κατοχυρωθεί μία συγκεκριμένη θεραπεία. Επίσης από όλες τις πρακτικές πρόληψης και θεραπείας που έχουν προταθεί λίγες είναι αυτές που έχουν υποστηριχθεί επιστημονικά.
- Προθέρμανση, διατάσεις και μασάζ αποτελούν τις πιο συχνά εφαρμοζόμενες τεχνικές για την αντιμετώπιση του καθυστερημένου μυϊκού πόνου. Σύμφωνα με έρευνα του Rodenburg φάνηκε ότι ο συνδυασμός προθέρμανσης και διατάσεων πριν την άσκηση και μασάζ μετά το τέλος της και για τις επόμενες μέρες είχε θετικά αποτελέσματα καθώς από τα αποτελέσματα στην ομάδα θεραπείας βρέθηκε μετά την άσκηση μικρότερη μυϊκή ευαισθησία, μικρότερη απώλεια μυϊκής δύναμης και μεγαλύτερη δυνατότητα κάμψης της άρθρωσης η οποία γυμνάστηκε.
- Κρυοθεραπεία: θεραπεία εκβύθισης στο νερό για 15 λεπτά μετά το τέλος της άσκησης έχει θετικά αποτελέσματα καθώς μειώνεται η δυσκαμψία και η δραστικότητα της CPK του πλάσματος, ενώ το μασάζ με πάγο αμέσως μετά την άσκηση , 24 ώρες μετά ή 48 ώρες μετά φάνηκε αναποτελεσματικό σαν θεραπεία.
- Θεραπεία συμπίεσης: η θεραπεία με διαλείπουσα συμπίεση διάρκειας 20 λεπτών φαίνεται να έχει και αυτή θετική δράση καθώς βοηθάει στη μείωση της δυσκαμψίας και του οιδήματος.
- Ξεκούραση ή ήπια άσκηση: Σύμφωνα με έρευνα του Sayers φάνηκε ότι η ανάκτηση της δύναμης ήταν καλύτερη και μετά την ήπια άσκηση αλλά και μετά την ακινητοποίηση συγκριτικά με την απλή ξεκούραση.
- Βελονισμός: Τέλος με τον βελονισμό διαπιστώθηκε σημαντική μείωση του πόνου στις 72 ώρες μετά την άσκηση αλλά δεν βρέθηκε καμία επίδραση στις τιμές της κρεατινικής κινάσης.
- Σωστή διατροφή (Βιταμινη C , Βιταμίνη E)
Συμπερασματικά καταλήγουμε ότι η ασκησιογενής μυϊκή βλάβη και ο καθυστερημένος μυϊκός πόνος που την συνοδεύει είναι ένα φαινόμενο που αφορά κυρίως αγύμναστα άτομα στην έναρξη ενός προγράμματος εκγύμνασης, αλλά και αθλητές οι οποίοι επιστρέφουν στο προπονητικό τους πρόγραμμα ύστερα από ένα τραυματισμό ή από μια περίοδο ανάπαυσης. Παρ΄ όλο που έχει αρνητικές επιδράσεις στην απόδοση των αθλουμένων έχει και θετική επίδραση, καθώς αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της μυϊκής προσαρμογής μετά την άσκηση. Τέλος έχουν γίνει αρκετές ερευνητικές μελέτες για το συγκεκριμένο φαινόμενο, υπάρχουν όμως ακόμα αναπάντητα ερωτήματα ως προς την αιτία εμφάνισης του αλλά και τον ακριβή τρόπο αντιμετώπισης.
Κουντουριώτης Δημήτρης – Καθ. Φυσ. Αγωγής